Πολλά έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τον Πέτρο Τατούλη. Ας δούμε ποιά από αυτά είναι αλήθεια…
Γεννημένος το 1953 στο Καστρί Κυνουρίας, ο Πέτρος Τατούλης σπούδασε γιατρός στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε λαμβάνοντας την ειδικότητα του χειρουργού. Άσκησε το ιατρικό λειτούργημα στο Παναρκαδικό Νοσοκομείο της Τρίπολης, στο Αρεταίειο Νοσοκομείο Αθηνών, στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Γενικού Κρατικού Νοσοκομείου Πειραιά. Είναι παντρεμένος με την γιατρό Σοφία Λουτσίου και έχουν 4 παιδιά: την Παρασκευή, τη Χρισταλένη, την Ιωάννα και τον Παναγιώτη.Υπηρετώντας ως γιατρός τον Άνθρωπο συνειδητοποίησε ότι κάποιες αρρώστιες είναι κοινωνικές και μπορούν να θεραπευτούν μόνο μέσα από συλλογικούς αγώνες. Η πρώτη του επαφή με την πολιτική ήταν η γνωριμία του σε τρυφερή ηλικία με τους εκτοπισμένους στο χωριό του πολιτικούς από διάφορους πολιτικούς χώρους την περίοδο της χούντας. Μέσα από μια τέτοια εμπειρία ήταν φυσικό να στραφεί στον χώρο της Αριστεράς. Αργότερα όμως κατάλαβε ότι οι απαιτήσεις των καιρών χρειάζονταν διαφορετική προσέγγιση και εντάχθηκε στη Νέα Δημοκρατία. Εξελέγη για πρώτη φορά Βουλευτής Αρκαδίας το 1990 και από τότε μέχρι το 2007 εκλεγόταν συνεχώς πρώτος σε ψήφους και μάλιστα με αυξανόμενο κάθε φορά ποσοστό.
Οι πολίτες που τον γνώριζαν από κοντά καταλάβαιναν αμέσως ότι το μόνο του μέλημα ήταν το καλό του τόπου. Γι’ αυτούς ήταν πάντα ο δικός τους «Πέτρος», ο φίλος, ο γιατρός που συμπονά και πασχίζει να τους βοηθήσει. Ως βουλευτής υπήρξε πάντα οπαδός του κεντρώου χώρου και ευρωπαϊστής. Το χαρακτηριστικό του ήταν ότι δεν δίσταζε ποτέ να εκφράζει δημοσίως και με παρρησία τις απόψεις του, ακόμη και κόντρα στο πνεύμα της εποχής.
Το 2004 ορκίστηκε Υφυπουργός Πολιτισμού στην Κυβέρνηση Καραμανλή, με Υπουργό Πολιτισμού τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Από την πρώτη στιγμή συνεργάστηκε αρμονικά με καλλιτέχνες και εκπροσώπους κοινωνικών φορέων από όλους τους πολιτικούς χώρους, κάνοντας πράξη το πιστεύω του ότι η συνεργασία των ανθρώπων γίνεται με βάση τις κοινές ιδέες και όχι τις κομματικές ταυτότητες. Στηρίχτηκε, συνεργάστηκε και αξιοποίησε όλα τα αξιόλογα στελέχη του Υπουργείου, ανεξαρτήτως «χρώματος», χωρίς αποκλεισμούς και τεχνητές διαιρέσεις, διαπιστώνοντας ότι η δημόσια διοίκηση μπορεί να προσφέρει πολλά, αν της δοθεί η ευκαιρία. Η πολιτική του πυξίδα ήταν το τρίπτυχο: αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, ισχυρός ιδιωτικός τομέας, και μια ενεργή κοινωνία των πολιτών που συνδράμει και ελέγχει και τους δύο.
Επί των ημερών του:
Χρηματοδοτήθηκαν από το Γ’ ΚΠΣ και από εθνικούς πόρους και προχώρησαν όλα τα μεγάλα έργα στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς, (Νέο Μουσείο Ακρόπολης, αναστήλωση των μνημείων της Ακρόπολης, έργα στη Θεσσαλονίκη, τη Δωδώνη, τη Νικόπολη, τις Μυκήνες, την Αρχαία Ολυμπία, την Κνωσσό, τα νησιά του Αιγαίου και σε άλλους 350 περίπου χώρους και μουσεία σε ολόκληρη την επικράτεια).
Επιταχύνθηκε η απορρόφηση των κοινοτικών χρημάτων στο επιχειρησιακό πρόγραμμα Πολιτισμός του Γ ΚΠΣ.
Ενεργοποιήθηκε το συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα για την επαγγελματική κατάρτιση που επέτρεψε αργότερα την πρόσληψη σε προγράμματα stage για τον πολιτισμό χιλιάδων ανέργων νέων μας.
Υπογράφηκε η σύμβαση κατασκευής του Νέου Μουσείου Ακρόπολης.
Ομαλοποιήθηκαν οι σχέσεις της ελληνικής διοίκησης με τις ξένες αρχαιολογικές σχολές, το έργο των οποίων εντάχθηκε στο σχεδιασμό του Υπουργείου και ιδρύθηκαν 5 ελληνικές αρχαιολογικές σχολές και ινστιτούτα σε ξένες χώρες.
Τέθηκε σε νέες βάσεις η διεκδίκηση των γλυπτών του Παρθενώνα, με διπλωματικούς ελιγμούς και οργάνωση των ενώσεων πολιτών της διεθνούς κοινότητας.
Προχώρησε με ταχείς ρυθμούς το αφανές αλλά πρώτης προτεραιότητας επιστημονικό έργο της προστασίας και ανάδειξης του πολιτιστικού μας πλούτου με τις εκατοντάδες σωστικές ανασκαφές, τις χιλιάδες αποφάσεις έγκρισης η μη οικοδομικών εργασιών, τις κηρύξεις, τη διοίκηση των μουσείων, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, τις προσεγμένες εκδόσεις, τις ενδιαφέρουσες εκθέσεις στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
Βραβεύτηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της Θεσσαλονίκης, ενώ το 2006 βραβεύτηκε από την Europa Nostra το έργο της Αρκαδικής Πύλης της Μεσσήνης και το έργο της ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας που είχαν γίνει επί των ημερών του.
Στον τομέα του σύγχρονου πολιτισμού, αντιμετώπισε την πλήρη ανυπαρξία οργάνωσης του θεσμού της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας «Πάτρα 2006», όταν ο κίνδυνος να αναγκασθεί να επιστρέψει η πόλη το χρίσμα και να εκτεθεί διεθνώς η χώρα ήταν άμεσος. Με τη συνεργασία Κυβέρνησης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης και με τη σύμπραξη όλων των πολιτικών δυνάμεων της πόλης , η Πάτρα απέκτησε δύο κλειστά θέατρα, αναβάθμισε το δημόσιο χώρο της με έργα αστικής ανάπλασης, ανακαίνισε τις όψεις 300 περίπου κτηρίων, κέρδισε πολλές πολιτιστικές υποδομές και όλα αυτά με διαφάνεια και διαχείριση που αντέχει σε κάθε έλεγχο, σε αντίθεση με τη Θεσσαλονίκη 97, για την οποία ο διαχειριστικός έλεγχος βρήκε σπατάλες και ατασθαλίες.
Προχώρησε πολλές πολιτιστικές υποδομές σύγχρονου πολιτισμού ( Εθνικό Θέατρο της Αθήνας, Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Συνεδριακά Κέντρα στη Θεσσαλονίκη, την Κομοτηνή και το Ηράκλειο, το Μέγαρο Χορού στην Καλαμάτα).
Εισηγήθηκε τη νέα θέση και το νέο χρηματοδοτικό σχήμα για την Εθνική Λυρική Σκηνή στο Φάληρο, πρόταση που απέμπλεξε το θέμα από τη χρόνια στασιμότητα και ήδη προχωρά με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου
Έδωσε αέρα ανανέωσης σε λιμνάζοντες πολιτιστικούς θεσμούς με την τοποθέτηση επικεφαλής επιτυχημένων Ελλήνων της διασποράς: του Γιώργου Λούκου στο Φεστιβάλ Αθηνών και του Στέφανου Λαζαρίδη στην Εθνική Λυρική Σκηνή.
Με την πεποίθηση ότι στην καλλιτεχνική δημιουργία το Υπουργείο πρέπει να είναι αρωγός, αλλά όχι να παρεμβαίνει άμεσα, έγιναν με την υποστήριξη του Υπουργείου δεκάδες εκθέσεις, συνέδρια, εκδηλώσεις σε όλη την Ελλάδα. Η σύγχρονη ελληνική τέχνη έδωσε δυναμικά το παρόν στις μεγάλες διεθνείς οργανώσεις, με αποτέλεσμα την πολύ καλή εικόνα της χώρας μας (βραβείο της Λίζης Καλλιγά στην 23η Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας, πολύ καλή παρουσία του Γιώργου Χατζημιχάλη και του Νίκου Ναυρίδη στη 51η Μπιενάλε της Βενετίας, καθώς και του Χάρη Κοντοσφύρη στη 2η Διεθνή Μπιενάλε του Πεκίνου).
Συνέταξε σχέδια νόμου , από τα οποία άλλα προχώρησαν από τους διαδόχους του (πολιτιστικές χορηγίες) και άλλα αναμένουν ακόμη (σχέδιο νόμου για τον κινηματογράφο). Η νομοθετική πρωτοβουλία όμως που τον εξέφραζε περισσότερο ήταν η ανασυγκρότηση του Υπουργείου Πολιτισμού μέσα από την έγκριση νέου Οργανισμού, η οποία δυστυχώς δεν ολοκληρώθηκε λόγω της πολεμικής που προκάλεσαν οι καινοτομίες που ήθελε να φέρει στη δημόσια διοίκηση.
Από τους πολιτικούς που τάχθησαν δημόσια απέναντι στην διαφθορά και την αδιαφάνεια, ο Πέτρος Τατούλης διατύπωσε πρώτος τους όρους «βαθύ κράτος» και «βαθύ κόμμα», ενώ εισήγαγε την έννοια του «τεκμηρίου ενοχής» για τους πολιτικούς αντί του «τεκμηρίου αθωότητας» που ισχύει για τους απλούς πολίτες. Η στάση του όμως αυτή τον έφερε σε σύγκρουση με τον κομματικό πυρήνα του ίδιου του κόμματός του, με κύριο εκφραστή αυτής της νοοτροπίας τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Πολιτισμού Χρήστο Ζαχόπουλο, με τον οποίο ήρθε σε αντίθεση και για θέματα διαφάνειας και διαχείρισης του δημοσίου χρήματος.
Σταθερός στις αξίες του, έβλεπε πάντα πιο μακριά από την εφήμερη επικαιρότητα και γι’ αυτό προκαλούσε συχνά την οργή όσων βλέπουν τα πράγματα με παρωπίδες. Ήταν από τους πρώτους που κατήγγειλε το Βατοπέδι και βέβαια πολύ νωρίς διατύπωσε δημόσια προτάσεις στον Πρωθυπουργό κ. Κώστα Καραμανλή για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων και διαφάνειας. Πρόβλεψε πολύ νωρίς «τα αδιέξοδα», την «πολιτική κρίση», την «κοινωνική κρίση» και βέβαια την «οικονομική κρίση», όλα αυτά δηλαδή που η χώρα και οι πολίτες της πληρώνουν σήμερα γιατί δεν αντιμετωπίστηκαν εγκαίρως.
Η άρνηση της τότε ηγεσίας της ΝΔ να αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος που ερχόταν και η αδιαφορία της για τις συνέπειες που με σαφήνεια διατύπωνε ο Πέτρος Τατούλης οδήγησε σε σύγκρουση και απομάκρυνσή του από τη ΝΔ. Σήμερα που η κρίση θεσμών και αξιών, στην οποία βύθισε τον τόπο το πολιτικό σύστημα, έχει εκδηλωθεί σε όλους τους τομείς, ας αναλογιστούμε σε ποια θέση θα βρισκόταν η χώρα αν εγκαίρως είχαν εισακουστεί οι προτάσεις Τατούλη.
Στην πολιτική του διαδρομή ως Βουλευτής Αρκαδίας, ο Πέτρος Τατούλης τολμούσε να βάζει υψηλούς στόχους. Όταν τους διατύπωνε φάνταζαν σε όσους δεν τον γνώριζαν υπερβολικοί, αλλά εκείνος ήξερε να τους φέρνει εις πέρας, διαψεύδοντας τους επικριτές του. Κι αυτό γιατί δεν έχανε τον στόχο, τον ενδιέφερε πάντα το αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, κάνοντας τον απολογισμό της τετραετίας 2004-2007 στις εκλογές του 2007, θύμισε στους συμπατριώτες του ότι το 2004 είχε αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις για υποδομές στην Αρκαδία που ξεπερνούσαν τα 200 εκατομμύρια ευρώ, όταν την δεκαετία 1994-2004 το σύνολο των Δημοσίων Επενδύσεων στ ο νομό δεν ξεπερνούσε τα 50 εκατομμύρια ευρώ. Μολονότι η ενέργειά του αυτή σχολιάστηκε τότε ως πρωτόγνωρη και υψηλού ρίσκου, ο απολογισμός του 2007 έδειξε έργα κόστους 230 αντί των 200 εκατομμυρίων που είχε υποσχεθεί!
Οι επιτυχίες αυτές οφείλονταν στο ότι σε όποια θέση και αν βρισκόταν, δεν ξεχνούσε τον τόπο του και τους συμπολίτες του. Από τους αντιπάλους του αποδόθηκε μάλιστα ως μομφή ο χαρακτηρισμός «ο Υπουργός της Αρκαδίας», επειδή ως Υφυπουργός Πολιτισμούς έδειξε υπερβολικό –κατ’ αυτούς- ενδιαφέρον για την πατρίδα του. Τον χαρακτηρισμό αυτόν ο ίδιος τον θεώρησε ως τίτλο τιμής, καθώς ποτέ δεν έκρυψε την αγάπη του και το ενδιαφέρον του για την Αρκαδία.
Σήμερα που η Αρκαδία γίνεται μέρος μιας μεγάλης Περιφέρειας, το ενδιαφέρον αυτό και η ενεργητικότητα του Πέτρου Τατούλη απλώνεται σε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ο τόπος είναι πια μεγαλύτερος, περισσότερες οι ευκαιρίες, δυνατότερη η φωνή. Στην Ευρώπη των 27 κρατών στην οποία ανήκουμε, οι περιφέρειες έχουν αναβαθμισμένο ρόλο. Συνομιλούν επί ίσοις όροις με τα κοινοτικά όργανα, διαχειρίζονται τους πόρους τους, διεκδικούν οι ίδιες αυτά που χρειάζονται για ένα καλύτερο μέλλον. Χρειάζονται στο τιμόνι κάποιον που να ξέρει να κουμαντάρει το πλοίο στις φουρτούνες.
Ο Πέτρος Τατούλης και οι συνεργάτες του στην ανεξάρτητη «Νέα Πελοπόννησο» έχουν φιλόδοξους στόχους για την Περιφέρεια. Συγκεκριμένα, στις προγραμματικές θέσεις για τη «Νέα Πελοπόννησο» αναφέρεται:
«Σας λέμε λοιπόν:
Μπορούμε να κάνουμε την Περιφέρεια Πελοποννήσου μια Ευρωπαϊκή Περιφέρεια, ένα Πρότυπο Τοπικής Οικονομίας, ένα παράδειγμα για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Δεσμευόμαστε γι’ αυτό
Σας καλούμε να αξιολογήσετε τη δέσμευσή μας αυτή στη βάση της πολιτικής μας διαδρομής και των αποτελεσμάτων που είχαμε στις πρωτοβουλίες που πήραμε ως σήμερα.
Μαζί, εσείς κι εμείς, θα φτιάξουμε τη Νέα Πελοπόννησο.
Μπορούμε να το πετύχουμε και θα το πετύχουμε».
Ρεπορτάζ: Γιάννης Καρβουνιάρης